Στο ράβε-ξήλωνε ο κατώτατος μισθός και το ωράριο και στην Ισπανία
Γράφτηκε από τον Π.Ε.Ν.Ε.Ν.
Πάρθια βέλη κινδυνεύουν να γίνουν για τον Ισπανό πρωθυπουργό Πέδρο Σάντσεθ τα όποια κοινωνικά μέτρα η κυβέρνησή του σχεδιάζει να θεσπίσει σε πείσμα της ακραίας νεοφιλελεύθερης τροπής που ακολουθεί -κι ενόψει του επανεξοπλισμού ολόκληρης της Ευρώπης.
Τόσο η μείωση του εργασιακού χρόνου κατά μισή ώρα την ημέρα, δηλ. τη μετατροπή της εβδομαδιαίας απασχόλησης σε 37,5 ώρες, η αύξηση του κατώτατου μισθού, αλλά και τα μέτρα για την ισότιμη υποδοχή και ένταξη των μεταναστευτικών ροών, έχουν να περάσουν από τις Συμπληγάδες της κυβερνητικής συνεργασίας. Ιδίως δε, έχει να αναμετρηθεί με τον πάντα επικίνδυνο σκόπελο των δεξιών Καταλανών εθνικιστών «Junts per Catalunya» του Κάρλες Πουτζδεμόν, ο οποίος ούτε και πιστός είναι -καθώς σε κάθε ευκαιρία εξοκείλει προς το στρατόπεδο του Λαϊκού Κόμματος (ΡΡ) και του ακροδεξιού Vox- αλλά και διαρκώς επιδιώκει να καρπωθεί οφέλη, είτε για τα όποια θετικά περιλαμβάνουν τα μέτρα, είτε εκβιάζοντας για την ψήφισή της προωθώντας τη δική τους ατζέντα.
Ο Σάντσεθ για άλλη μια φορά έρχεται αντιμέτωπος με τις εκάστοτε απαιτήσεις και πάνω σε κάθε θέμα που του αντιτάσσει ο Πουτζδεμόν. Ο Καταλανός συστηματικά δυναμιτίζει κάθε ‘ζωτική ορμή’ (élan vitale) των μεταρρυθμιστικών μέτρων του, απειλώντας την ίδια την ψήφιση του προϋπολογισμού -που πια μοιάζει περίπλοκος γρίφος. Οι Junts προβάλλουν «ανισόρροπες» απαιτήσεις υπέρ της Καταλονίας για να συναινέσουν στα πάντα: 50 δισεκ. σε υποδομές στην περιοχή για να ψηφίσει τον προϋπολογισμό, ξεχωριστό κατώτατο μισθό 1.400 ευρώ για την Καταλονία, δικές τους αρμοδιότητες για το μεταναστευτικό. Ο Κάρλος Πουτζδεμόν κατόρθωσε να σύρει και τον Σοσιαλιστή πρόεδρο της Καταλονίας Σαλβαδόρ Ίγια στο μέρος του όσον αφορά τον κατώτατο μισθό στην περιοχή, πάνω από τα 1148 που αφορά την πρόταση για αύξηση που έχει καταθέσει η Ντίαθ.
Βέβαια, το ίδιο το οικονομικό επιτελείο του Σάντσεθ κατόρθωσε να πυροβολήσει τα ίδια τα πόδια της κυβέρνησης, συναρτώντας την αύξηση του κατώτατου μισθού με ταυτόχρονη σύνδεσή του με αυξημένα ποσοστά φορολόγησης. Γεγονός που ώθησε ακόμη και τους συμμάχους του Σάντσεθ στην κυβέρνηση, το κόμμα Sumar της υπουργού Εργασίας Γιολάντα Ντιαθ να συνταχθεί με το Vox και το ΡΡ για να μην ψηφισθεί το μέτρο στο Κοινοβούλιο (οι Junts απείχαν). Στο τελευταίο επεισόδιο «ανυπακοής», οι Junts, μαζύ με το ΡΡ και το Vox, ώθησαν σε ναυάγιο στη σχετική επιτροπή το νομοσχέδιο για την επιτροπή δημόσιας υγείας, που θα συντονίζει κι ελέγχει τα προγράμματα για την ενδυνάμωση του δημόσιου χαρακτήρα των παροχών υγείας στη χώρα.
Η αμφιταλαντευόμενη στάση των Junts μοιάζει να ενταφιάζει, τουλάχιστον προς το παρόν την εργασιακή μεταρρύθμιση. Οι Καταλανοί διεμήνυσαν το «όχι» τους στη μείωση του ωραρίου, συντασσόμενοι με τις ενώσεις εργοδοτών των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, υποστηρίζοντας πως οι 37,5 ώρες θα σημάνουν το τέλος τους. Η εξέλιξη αυτή εξανέμισε τις ελπίδες της κυβέρνησης να βρει σύμμαχο στη σκληρή αυτή διαπραγμάτευση, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, χάρις στα αντισταθμιστικά μέτρα στήριξής τους, τα οποία σχεδιάζει να θέσει σε διαβούλευση.
Ελπίδες που βασίζονταν στο ότι η εργασιακή μεταρρύθμιση θα ωφελήσει περίπου 12 εκατ. εργαζόμενους και περιλαμβάνει επίσης κι άλλες σημαντικές αλλαγές στο καθεστώς των απολύσεων, αλλά και στην απασχόληση των ασκουμένων, τη δήλωση της εργασίας και του ελέγχου τήρησης του ωραρίου, με την εισαγωγή προηγμένων τεχνολογικών εργαλείων για την καταγραφή και ειδοποίηση.
Δεξιά και εργοδοσία… συμμαχία
Η στάση των Junts ταυτίζεται απόλυτα με τους εργοδότες, οι οποίοι προσπαθούν από την αρχή να δυναμιτίσουν τον διάλογο, πότε προτείνοντας η μείωση ωραρίου να «ισχύσει μόνο για τα ΜΜΕ» και σε δημόσιους φορείς και πότε, προκλητικά δηλώνοντας όπως επισήμανε η Ντίαθ, «πως θα κάνουν προτάσεις όταν πέσει η κυβέρνηση». Με αυτόν τον τρόπο κινδυνεύει να τελειώσει πριν καν αρχίσει η τελευταία εντυπωσιακή μεταρρύθμιση στον εργασιακό κλάδο στην Ισπανία που χρονολογείται από το 1983, την εποχή της πρώτης κυβέρνησης του Φελίπε Γκονθάλεθ. Πριν 42 χρόνια η πρώτη σοσιαλιστική κυβέρνηση στη μετά Φράνκο εποχή είχε μειώσει το εβδομαδιαίο ωράριο από 48 σε 40 ώρες. Και τότε, όπως και σήμερα, η εργοδοσία είχε, στυλώσει τα πόδια, όμως η κοινωνική πίεση ήταν τέτοια που την είχε αναγκάσει να αποδεχθεί τα νέα δεδομένα.
Σήμερα, η ισπανική οικονομία είναι από τις μόνες ανθεκτικές κι εύρωστες στην Ε.Ε. και με τάση μάλιστα περαιτέρω ανάπτυξης, όμως η διαπραγμάτευση είναι ιδιαίτερα ακανθώδης, έως και πολεμική. Τι και αν η Ντίαθ υπενθυμίζει πως οι μεγάλες επιχειρήσεις ήσαν οι κυριότερα ωφελημένοι από τα πακέτα ενίσχυσης (πάνω από 40 δισεκ. ευρώ) για την πανδημία και τη μοιρασιά των πόρων για το εθνικό σχέδιο του ευρωπαϊκού ταμείου Next Generation. Κι ας παροτρύνει την εργοδοσία να μην κάνει πολιτική, αλλά να σχεδιάζει την ανάπτυξη της χώρας, που περνάει και μέσα από τη βελτίωση της ζωής των εργαζομένων. Υπονοώντας και σωστά πως η ικανοποίηση των μισθολογικών και εργασιακών συνθηκών των εργαζομένων, σε μία όλο και πιο κοινωνικοποιημένη μορφή της εργασίας όπως αυτή μορφοποιείται στις μέρες μας, είναι ο πιο ασφαλής δρόμος για την ανάπτυξη της παραγωγής και την κερδοφορία, που τόσο πολύ προτάσσουν ως μάντρα οι νεοφιλελεύθεροι κύκλοι.
Κι αυτό γιατί η παραγωγή δεν μπορεί να είναι, όπως ένας από τους προπάτορες του φιλελευθερισμού ο Τζον Στιούαρτ-Μιλ υποστήριζε διαχωρισμένη από την κατανομή των αγαθών και να διέπεται μόνον από τους πολυθρύλητους φυσικούς της νόμους. Η εμπειρία έχει καταδείξει πόσο εξαρτάται η ουσιαστική ανάπτυξη από την ποιότητα των συνθηκών στην εργασία και την καθημερινή ζωή των εργαζομένων, που συμβάλλουν αμέριστα στη βελτίωση της παραγωγής και των μέσων που διευκολύνουν το έργο τους. Άλλωστε κι ο Μαρξ στη Grundrisse υπογράμμιζε πως δεν είναι δυνατή η παραγωγή χωρίς παραγωγικό μέσο και δίχως προηγούμενη συσσωρευμένη εργασία -ακόμη και στα πιο πρωτόγονα επαγγέλματα.
Η άνοδος της Δεξιάς
Η κατάσταση περιπλέκεται ακόμη περισσότερο για τον Σάντσεθ, καθώς τα δημοσκοπικά δεδομένα, που δείχνουν ότι ΡΡ και Vox φλερτάρουν με την αυτοδυναμία. Κυρίως γιατί η ακροδεξιά ενισχύεται δημοσκοπικά με ραγδαίο τρόπο μετά την επικράτηση του Τραμπ στις ΗΠΑ. Η κυβέρνηση δεν είναι βέβαιο ούτε ότι μπορεί να βασισθεί στη στήριξη των συνδικάτων. Ακόμη και μετά τη διάλυση του πρόσκαιρου ειδυλλίου τους με το ΡΡ -μετά την αρνητική στάση του απέναντι στην αύξηση των συντάξεων- τα συνδικάτα πιέζουν την κυβέρνηση για αυξήσεις στο Δημόσιο. Δεδομένου ότι το Vox, απαιτεί ακόμη περισσότερες αυξήσεις στους μισθούς και την προϊστορία της προσέγγισης με το ΡΡ, με τον Αλβέρτο Νούνιεθ Φειχόο, να γίνεται ο πρώτος δεξιός ηγέτης που παρακολούθησε συνέδριο της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών (CGT) τα συνδικάτα μπορεί κάλλιστα να γυρίσουν σελίδα. Παρακάμπτοντας τα σαρκαστικά βέλη του Φεϊχόο εναντίον τους στη μεγάλη διαδήλωσή τους ενάντια στην απόφαση του ΡΡ να ψηφίσει κατά της αύξησης των συντάξεων, βλέπουν σε αυτόν έναν πολιτικό καιροσκόπο, που τα χρησιμοποιεί μόνον για τους μικροκομματικους του υπολογισμούς.
Τα πιεστικά προβλήματα της κοινωνίας
Σημαντικό ρόλο αναμένεται να διαδραματίσει για την κυβέρνηση Σάντσεθ και η κοινωνική πίεση στην προσπάθεια του Σάντσεθ να περάσει τα μέτρα (εργασιακό, αύξηση κατώτατου μισθού, συντάξεις), που κωλυσιεργούν στις κοινοβουλευτικές διαδικασίες τα κόμματα της δεξιάς (ΡΡ και ακροδεξιό Vox), κυνικά εφαρμόζοντας τη μικροπολιτική τους ατζέντα με στόχο να ανατρέψουν την κυβέρνηση. Αντίθετα, η κοινωνία αντιδρά. Μεγάλες διαδηλώσεις, όπως οι 150.000 που πλημμύρισαν το κέντρο της Μαδρίτης, συνεχίζουν να συνταράσσουν την Ισπανία για το στεγαστικό πρόβλημα. Ένα ζήτημα που έχει μετατραπεί στον κατεξοχήν δείκτη της κοινωνικής και ταξικής διαίρεσης στη χώρα. Με τα ενοίκια, μόνο μέσα στον Ιανουάριο, να έχουν αυξηθεί ακόμη 2% και τις εξώσεις να γίνονται καθημερινότητα (μόνο στη Μαδρίτη έξι οικογένειες χάνουν τα σπίτια τους καθημερινά), η βελτίωση των βιοτικών συνθηκών αποτελεί πλέον αίτημα για όλο και ευρύτερα κοινωνικά στρώματα–όχι μόνον για τις ευάλωτες ομάδες.
Ο κόσμος της εργασίας κι ιδίως οι κακοπληρωμένοι νέοι στην Ισπανία βλέπει το χάσμα που τη χωρίζει από τα πλουσιότερα στρώματα να διευρύνεται σε όλες τις βαθμίδες της καθημερινότητας. Ακόμη και στην αντιμετώπισή τους από το κράτους, οι πλούσιοι, καίτοι ευνοημένα, να επιμένουν να αρνούνται να δεχθούν να συμβάλουν στη στήριξη του κοινωνικού συνόλου. Ιδίως όταν ακόμη και στο θέμα της φορολογίας βγαίνουν εξίσου ευνοημένοι. Και τούτο γιατί, ενώ θεωρητικά και στο ισπανικό φορολογικό σύστημα η συνεισφορά των κοινωνικών τάξεων θα έπρεπε να είναι κλιμακωτή -όσο περισσότερα εισοδήματα έχεις, τόσο πληρώνεις υψηλότερους φόρους -όσο πλησιάζουμε προς το «ταβάνι» η κατάσταση αλλάζει τελείως. Και ξαφνικα το 1%, το πλουσιότερο κομμάτι, εμφανίζεται να πληρώνει λιγότερους φόρους από εκείνους που βρίσκονται στο κατώτερο άκρο της φορολογικής κλίμακας!
Αποτέλεσμα: Το 2022 η πλουσιότερη φέτα του πληθυσμού κατέβαλε κατά μέσο όρο φόρους στο 24,1% του εισοδήματος, πολύ χαμηλότερο από το μέσο όρο του 35,1% και επίσης ακόμη χαμηλότερο από 27,5% που κατέβαλε το 20% των φτωχότερων φορολογουμένων στη χώρα.
Η κοινωνική πίεση στην Ισπανία ήδη έχει ξεκινήσει να εκφράζεται σε όλους τους τομείς. Και η εργασιακή μεταρρύθμιση εμφανώς λάβει ταξικό χαρακτήρα και μπορεί να αποδειχθεί η Λυδία Λίθος, όχι μόνον για τις πολιτικο-οικονομικες εξελίξεις στη χώρα, αλλά κυρίως να αποτελέσουν πρόπλασμα για νέα δεδομένα στο εσωτερικό της Ε.Ε.. Ιδίως όταν, με πρόφαση την προστατευτική πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ και την αφήγηση της αμυντικής αυτονομίας της Ένωσης, μεθοδεύεται απ’ άκρου εις άκρον στην ήπειρο ακόμη μια εργασιακή και κοινωνική απορρύθμιση.
Πηγή: kosmodromio.gr
- Τελευταια
- Δημοφιλή