
Η πάντα ενήμερη για τα της αρχιτεκτονικής των διεθνών σχέσεων αναγνώστρια του «Κ» έχει βέβαια παρατηρήσει τον θόρυβο των τελευταίων ημερών σχετικά με τους δασμούς που έβαλε (και μετά ανέβαλε και μετά ξανάβαλε ή κάτι τέτοιο) ο Τραμπ, περίπου σε όλον τον κόσμο. Είναι επίσης βέβαιο ότι κατόπιν τούτου τη βασανίζουν τα ίδια δύο ερωτήματα που μας βασανίζουν όλους: «Τι στο *μπιπ* προσπαθεί να πετύχει ο Τραμπ;» και: «Μα καλά, ξέρει τι κάνει;»
Ψυχραιμία, μία και μοναδική καλή μας αναγνώστρια. Το ηρωικό επιτελείο του «Κ» είναι εδώ για να καλύψει τις απορίες σου. Και ως προς την πρώτη, θα χρειαστεί λίγη υπομονή μόνο, επειδή είναι μεγάλη ιστορία. Ως προς τη δεύτερη όμως, σου απαντάμε αμέσως: Δεν έχει την παραμικρή ιδέα.

Ο λόγος που τα ξεκίνησε όλα
Λοιπόν, αν δεν το ξέρατε, αποδεικνύεται ότι η πιο αδικημένη χώρα του κόσμου δεν βρίσκεται στην Αφρική, την Ασία ή τη Λατινική Αμερική. Γιατί όπως αποκάλυψε ο πρόεδρος Τραμπ στις 2 του μηνός Απριλίου, αυτή η χώρα καταπιεσμένων και ανελεύθερων κατοίκων είναι οι ΗΠΑ. Στον λόγο αυτό, που ξεκίνησε όλη τη συζήτηση για τους δασμούς, έχοντας πίσω του άφθονες σημαίες για ντεκόρ, είπε ότι η μέρα θα μείνει στην ιστορία ως «μέρα απελευθέρωσης», όταν η Αμερική και η αμερικάνικη βιομηχανία θα ξαναγίνουν πλούσιες. Βλέπετε δεν είναι πλούσιες, επειδή επί δεκαετίες το διεθνές εμπόριο «καταλήστεψε, πλιατσικολόγησε, βίασε και λαφυραγώγησε τη χώρα». Η χώρα, ας ξαναπούμε για την αφηρημένη αναγνώστρια που δεν πρόσεχε, είναι οι ΗΠΑ, που έπεσαν θύμα των υπόλοιπων χωρών του πλανήτη, κάτι που συνέβηκε επειδή, οι ΗΠΑ πάντα, ήταν «υπερβολικά καλές» με αυτές. Και ξέρετε, τον καλό τον λένε και μαλάκα (δεν το είπε έτσι ακριβώς). Κατέληξε λέγοντας ότι η Αμερική ξύπνησε και δεν θα κάνει πλέον τον μαλάκα (δεν το είπε έτσι ακριβώς) και θα τα αλλάξει όλα, σταματώντας αυτό το είδος αποικιοκρατίας (δεν το είπε έτσι), ξεκινώντας μια δίκαιη αντεπίθεση κατά των άδικων εκμεταλλευτών της. Θα βάλει δασμούς στις εισαγωγές από τις κακές, κακές αυτές χώρες που, να το επαναλάβουμε επειδή μας άρεσε, «καταλήστεψαν, πλιατσικολόγησαν, βίασαν και λαφυραγώγησαν» τις ΗΠΑ. (Επίσης, μιας που μιλάμε για ληστείες, βιασμούς και άλλα τέτοια δυσάρεστα: στις κακές αυτές χώρες δεν περιλαμβάνεται το Ισραήλ).
Αν δεχτούμε αυτές τις δηλώσεις του Τραμπ ως ειλικρινείς (που δεν αποκλείεται και να είναι), τότε αυτό που θέλει ο Πρόεδρος είναι να αναδιαρθρώσει το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα ώστε να μοιάζει με ένα είδος steam punk ρετρο-φαντασίας, όπου η μεγάλη ξανά Αμερική θα γεμίσει με φουγάρα εργοστασίων, στα οποία η μπουρού θα καλεί κάθε πρωί χαρούμενους εργάτες (ή ίσως ρομπότ του Μασκ, δεν διευκρινίζεται) με σκοπό να παράγουν καραβιές από μεγάλα αυτοκίνητα και αεροπλάνα μαζί με τις αντλίες που θα βγάζουν το αναγκαίο πετρέλαιο από τα έγκατα της γης· επίσης πυραύλους, τανκς και αεροπλανοφόρα για να αντιμετωπιστεί η κίτρινη απειλή. Από άλλες περιστάσεις ξέρουμε ότι οι «σοσιαλιστές» και η «άκρα αριστερά» (δηλαδή, σύμφωνα με τον Τραμπ, το κόμμα των Δημοκρατικών) θα καταδιώκονται συστηματικά.
Μα, μισό λεπτό, γίνεται αυτό; Μπορούμε να γυρίσουμε πίσω στην παιδική ηλικία του Τραμπ, στη μεγαλειώδη δεκαετία του 1950;
Η παγκοσμιοποίηση και το τέλος της– ή όχι;
Η αναμφισβήτητη ηγέτιδα δύναμη στη Δύση είναι οι ΗΠΑ. Η ηγεσία στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα περιλαμβάνει και τον έλεγχο του παγκόσμιου νομισματικού συστήματος, αφού το νόμισμα της ηγέτιδας, εκτός από νόμισμα στο οποίο κοστολογείται το μεγαλύτερο μέρος των διεθνών εμπορικών συναλλαγών, είναι και το ισχυρότερο αποθεματικό νόμισμα του πλανήτη. Για όσο διάστημα οι ΗΠΑ είναι η ηγέτιδα δύναμη, το νόμισμά της θα έχει αυξημένη ζήτηση παντού. Ότι το δολάριο είναι το διεθνές αποθεματικό, σημαίνει ότι όλες οι χώρες αποθηκεύουν τμήμα του συσσωρευμένου πλούτου τους σε δολάρια. Επίσης, όλα τα κεφάλαια του πλανήτη διατηρούν και κάποιον λογαριασμό σε δολάριο.
Αν δεν είστε Αμερικανός, πού μπορείτε να βρείτε δολάρια; Ο μόνος τρόπος είναι να πουλήσετε εμπορεύματα ή υπηρεσίες σε κάποια εταιρεία των ΗΠΑ. Δύο τύποι εμπορευμάτων μπορούν να πουληθούν στις ΗΠΑ. Πρώτον, μια πρώτη ύλη που δεν υπάρχει στην Αμερική (πχ κάποιο μέταλλο) ή αγροτικά προϊόντα (πχ καφέ κλπ). Και δεύτερο, βιομηχανικά προϊόντα: Είτε κάποιο προϊόν που δεν παράγεται καν στην Αμερική (κάπως δύσκολο αυτό, δεδομένου ότι είναι ακόμα μια βιομηχανική υπερδύναμη που παράγει τα πάντα) ή κάποιο βιομηχανικό προϊόν το οποίο υπάρχει μεν στις ΗΠΑ, αλλά εσείς το πουλάτε πιο φτηνά.

Το τελευταίο, το να πουλήσετε βιομηχανικά προϊόντα σε μια βιομηχανική υπερδύναμη όπως η Αμερική, γίνεται με δύο τρόπους. Πρώτον, μπορείτε να αναδιαρθρώσετε την παραγωγή σας, να την εκμηχανίσετε και να την αυτοματοποιήσετε ώστε να παράγετε περισσότερα και καλύτερα εμπορεύματα με λιγότερους εργαζόμενους, μια διαδικασία που την έλεγε «αύξηση σχετικής υπεραξίας» ο Μαρξ. Είναι κάτι το ιδιαίτερα δύσκολο από τεχνολογική σκοπιά και ακριβό σε επενδύσεις για μηχανήματα, για αυτό πολύ λίγες χώρες το κατορθώνουν καλύτερα από την Αμερική. Δεύτερο, αν δεν έχετε τέτοια προχωρημένη τεχνολογία, αλλά παράγετε παραδοσιακά βιομηχανικά προϊόντα χαμηλής τεχνολογίας, μπορείτε να «ρίξετε» λίγο τις τιμές σας, κρατώντας πχ δια νόμου πολύ χαμηλά το εργατικό κόστος, ή απλώς υποτιμώντας το νόμισμά σας ως προς το δολάριο. Αυτή είναι η «άνιση ανταλλαγή του διεθνούς εμπορίου» που έλεγε πάλι ο Μαρξ, και σημαίνει ότι οι πιο προχωρημένες χώρες μπορούν να εκμεταλλεύονται τμήμα της υπεραξίας των φτωχότερων, ψωνίζοντας φτηνά: απλοποιώντας λίγο το ζήτημα, οι μισθοί των εργαζομένων στη φτωχή χώρα είναι πολύ χαμηλοί κι έτσι για την ίδια εργασία πληρώνονται λιγότερο από όσο οι Αμερικανοί εργαζόμενοι που θα έκαναν την ίδια ακριβώς εργασία.
Επίσης, σχετικό είναι και το ζήτημα των δασμών. Ας πούμε ότι είστε μια χώρα που έχει βαμβάκι, έχει και φτηνό εργατικό δυναμικό και δεν έχει υφαντουργία. Για να αναπτύξετε την τελευταία, πρώτον, σε συνεννόηση με τοπικά κεφάλαια (συνήθως διάφορα φιλαράκια της κυβέρνησης), κάνετε εισαγωγή των ανάλογων μηχανημάτων (αργαλειών κλπ). Μετά δανείζετε τους κεφαλαιοκράτες σας (κατά προτίμηση με δανεικά και αγύριστα) ώστε να στήσουν βιομηχανίες με τα δανεικά. Στο τέλος βάζετε δασμούς στα ξένα υφάσματα, ώστε τα «δικά σας» (δηλαδή των ντόπιων κεφαλαίων), τα οποία στην αρχή και μέχρι να «στρώσει» η δουλειά, θα είναι κακής ποιότητας και πιο ακριβά, να γίνουν τεχνητά πιο φτηνά από τα ξένα. Αργότερα, αν θέλετε να εξάγετε, μπορείτε επίσης να κάνετε και μια ανταγωνιστική υποτίμηση στο νόμισμά σας, ώστε τα βαμβακερά σας να γίνουν ακόμα πιο φτηνά στο εξωτερικό. Τις διεθνείς συναλλαγές σας τις κάνετε τιμολογημένες σε δολάρια, κάτι που ασμένως θα σας το επιτρέψει η Αμερική: για αυτό υπάρχει το swift, ένα διεθνές σύστημα εκκαθάρισης σε δολαριακά τιμολογημένα εμπορεύματα.
Προσέξτε τι έγινε τώρα. Τα υφάσματα που πουλάτε στη διεθνή αγορά είναι πιο φτηνά από αυτά που ήδη υπάρχουν εκεί. Αυτό το πετύχατε με χρήση δασμών και υποτιμήσεων, εις βάρος των δικών σας εργατών που παίρνουν ένα μισθό σε υποτιμημένο νόμισμα. Όλα αυτά τα κάνατε επειδή χρειάζεστε δολάρια, αλλιώς δεν θα είχατε ξεκινήσει τις εξαγωγές. Με αυτή τη διαδικασία όμως, το διεθνές εμπόριο με την ανάγκη του για δολάρια, πάντα θα ρίχνει τις δολαριακές τιμές των διεθνώς ανταγωνιστικών εμπορευμάτων. Άρα οι Αμερικανοί (που είναι η πηγή των δολαρίων) είναι διαρκώς σε θέση να αγοράζουν στη διεθνή πιάτσα περισσότερα εμπορεύματα με τα ίδια δολάρια. Και αντίστροφα όμως, οι ξένοι ανακαλύπτουν ότι τα δικά τους εμπορεύματα μπορούν να ανταλλαγούν με λιγότερα δολάρια. Είναι μια διαδικασία που τείνει να ανατιμά το δολάριο ως προς τα ξένα νομίσματα.
Με άλλα λόγια, η ηγέτιδα δύναμη στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα αν θέλει να υποτιμήσει για κάποιον λόγο το νόμισμά της θα δυσκολευτεί πολύ, επειδή αυτό τείνει να ανατιμάται διαρκώς και αυτομάτως ως προς όλα τα υπόλοιπα νομίσματα, κάτι που κάνει το δολάριο ακόμα πιο πολύτιμο ως αποθεματικό και έτσι διαιωνίζεται αυτή η διαδικασία. Άρα, πρώτον, γίνεται σταδιακά όλο και λιγότερο συμφέρον να έχετε ένα εργοστάσιο στην Αμερική, αφού τα προϊόντα των ανταγωνιστών (που παράγονται σε ένα άλλο, υποτιμημένο νόμισμα) αυτομάτως μπορούν να είναι πιο φτηνά. Μόνο σε τομείς αιχμής, στις «νέες τεχνολογίες» εκεί που η Αμερική έχει τεχνολογικό πλεονέκτημα, είναι συμφέρουσα η παραγωγή, αφού εκεί βασικά δεν υπάρχουν ανταγωνιστές, μόνο στην Αμερική υπάρχουν εταιρίες με αυτήν την προχωρημένη τεχνογνωσία. Μέχρι πριν δύο ή τρεις δεκαετίες, υπήρχαν αρκετοί τέτοιοι τομείς. Τα ηλεκτρονικά και οι υπολογιστές με την Intel και την IBM και μετά την Apple (γιατί τα προϊόντα της τελευταίας είναι τόσο ακριβά; Επειδή περιλαμβάνουν πολλή αμερικάνικη εργασία, παρά το ότι μόνο ο σχεδιασμός είναι αμερικανικός, η παραγωγή καθεαυτή γίνεται στην Ασία)· η αεροναυπηγική με την Boeing (και την Airbus στην Ευρώπη)· το λογισμικό και οι ιντερνετικές υπηρεσίες και φυσικά η ειδική περίπτωση των αμυντικών εξοπλισμών.
Τα τελευταία χρόνια και ειδικά μετά την είσοδο της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου το 2001, η διαδικασία αυτή της διατήρησης του δολαρίου σε ασύμφορα για την παραγωγή επίπεδα επιταχύνθηκε λόγω της ικανότητας της Κίνας να πλημμυρίζει τη διεθνή αγορά με πολύ φτηνά προϊόντα, αναβαθμίζοντας έτσι το δολάριο (και το ευρώ, στον βαθμό που κινεζικά προϊόντα εισάγονται στην Ε.Ε.). Η Κίνα αρχικά στηρίχτηκε στο πολύ χαμηλότερο εργατικό κόστος, τα μεγάλα ωράρια (άντε πάλι με τον Μαρξ: «απόλυτη υπεραξία» τα έλεγε αυτά) και σε δασμολογικές πολιτικές , αλλά αργότερα, είτε αναπτύσσοντας τη δική της τεχνολογία ή μιμούμενη υπάρχουσες τεχνολογίες («κλέβοντας» θα πουν υποκριτικά οι ΗΠΑ), άρχισε να ανταγωνίζεται τις προηγμένες χώρες στο γήπεδό τους, στην εκμηχάνιση και άρα τη σχετική πλέον υπεραξία. Περισσότερα βιομηχανικά ρομπότ εγκαθίστανται σήμερα στη Κίνα από ότι σε όλον τον υπόλοιπο κόσμο, ενώ δεν είναι λίγοι οι τομείς που η Κίνα βρίσκεται πλέον στην πρωτοπορία, όπως στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Η τεχνολογία στη Δύση δεν αναπτύχθηκε με ταχύτητα μεγαλύτερη από της Κίνας, πράγμα που σημαίνει ότι σταδιακά όλες οι αμερικανικές βιομηχανίες (και μετά και οι ευρωπαϊκές, ιαπωνικές κοκ) έχαναν τη σημασία τους, γίνονταν και ξεπερασμένες και ακριβές. Η IBM έγινε βασικά μια εταιρεία παροχής υπηρεσιών, η Intel δεν είναι πια σε θέση να ανταγωνιστεί την παραγωγή ημιαγωγών στην Άπω Ανατολή. Η Siemens πούλησε πριν χρόνια τη μονάδα κινητών τηλεφώνων της στους Ταϊβανέζους. Τα αεροπλάνα της Boeing είναι κατώτερα από αυτά της Airbus (και πέφτουν από πάνω), αλλά τώρα οι Κινέζοι έχουν αρχίσει να πουλάνε τα δικά τους πολύ πιο φτηνά αεροπλάνα και σύντομα η Airbus θα είναι και αυτή αρχαία ιστορία, αν δεν βρει κάποια νέα προχωρημένη τεχνολογία. Μπροστά στα διαστημικά ηλεκτρικά αυτοκίνητα της BYD τα Tesla είναι πανάκριβοι κουβάδες. Και ούτω καθεξής.
Τα μόνα βιομηχανικά προϊόντα που μπορούν να παράγονται ακόμα επί αμερικανικού εδάφους (εκτός από τα όπλα) είναι λογισμικό και ιντερνετικές υπηρεσίες, φάρμακα, καθώς και περιεχόμενο (τηλεόραση, κινηματογράφος κλπ, αν και τα περισσότερα γυρίσματα γίνονται στον Καναδά, την Ευρώπη, την Ελλάδα κ.ά.). Το τελευταίο και πιο γυαλιστερό αμερικάνικο προϊόν υψηλής τεχνολογίας είναι η τεχνητή «νοημοσύνη». Αλλά θυμηθείτε πως τα δισεκατομμύρια που χορεύουν γύρω από τις εταιρίες αυτές, είναι απλώς δόλωμα για τα κορόιδα του χρηματιστηρίου. Οι Κινέζοι έχουν τόσο πολύ κλείσει το τεχνολογικό χάσμα, που μπορούν να έχουν καλύτερη ΤΝ με μικρότερες και φτηνότερες υποδομές, όπως απέδειξε το κινέζικο Deep Seek, προκαλώντας έτσι κατάρρευση του φουσκωμένου τεχνολογικού κλάδου στη Wall Street.
Τα οπλικά συστήματα τώρα, είναι διαφορετική κατηγορία. Και αυτό επειδή όταν μια χώρα αγοράζει όπλα από την Αμερική, αγοράζει μαζί και την προστασία της, τη συμμαχία μαζί της. Το ΝΑΤΟ είναι στην πραγματικότητα πλασιέ πανάκριβων αμερικανικών οπλικών συστημάτων που στην τιμή όμως περιλαμβάνουν και τα αμερικανικά στρατεύματα και βάσεις, μια προσφορά που καμία άλλη χώρα εξαγωγής όπλων δεν μπορεί να μιμηθεί. Η Φινλανδία δεν αγόρασε τα αμερικανικά F35 (αντί για τα πολύ φτηνότερα σουηδικά SAAB) επειδή ήθελε τα συγκεκριμένα αεροπλάνα και μόνο αυτά, αλλά επειδή ήθελε να μπει στο ΝΑΤΟ και γρήγορα.
Βέβαια, η σταδιακή μεταφορά των παραγωγικών αλυσίδων ανατολικά έχει συνέπειες και στα όπλα. Το F35 είναι το πιο ακριβό εμπορεύσιμο αεροσκάφος του κόσμου, επειδή υποτίθεται ενσωματώνει μόνο τη τελευταία λέξη της (ακριβής όπως είπαμε) αμερικάνικης τεχνολογίας. Και όμως, για λόγους κόστους τμήματα του αεροσκάφους παράγονται σε πολλές χώρες, όχι μόνο την Αμερική κάτι που δεν είναι καλό σε περίπτωση πολέμου, επειδή αν ο εχθρός χτυπήσει την Ιταλία ή την Βρετανία ας πούμε, θα σταματήσει η παραγωγή αεροπλάνων συνολικά. Επιπλέον, αυτό το καμάρι των Αμερικανών, αποδείχτηκε ότι περιείχε κινεζικά ηλεκτρονικά συστήματα -μόνο οι Κινέζοι είχαν αυτά τα συγκεκριμένα συστήματα και η αφαίρεσή τους αύξησε ακόμα περισσότερο το κόστος.
Και καλά με το F35 και τα εκατό εκατομμύρια που κοστίζει το ένα χωρίς τον οπλισμό. Έλα όμως που οι ΗΠΑ αδυνατούν πλέον να παράγουν μαζικά απλά όπλα και εφόδια, όπως σφαίρες ή βλήματα πυροβολικού, τα οποία είναι το καθαυτό υλικό με το οποίο διεξάγονται οι πόλεμοι. Ο Μαρκ Ρούτε, ο ΓΓ του ΝΑΤΟ, πρόσφατα είπε ότι όλες μαζί οι χώρες της συμμαχίας χρειάζονται «έναν χρόνο για να παράγουν τόσα πυρομαχικά όσα η Ρωσία παράγει μόνη της σε τρεις μήνες». Και μάλιστα το κόστος είναι πολύ μεγαλύτερο ανά κομμάτι στη Δύση, θα προσθέσουμε εμείς. Αυτά τα εμπορεύματα είναι χαμηλότερης τεχνολογίας και πιο φτηνά από αεροπλάνα ή πολύπλοκα συστήματα, οπότε απλώς δεν συμφέρει πια η παραγωγή τους στη Δύση, το κεφάλαιο προτιμά να ασχοληθεί με πιο κερδοφόρα αεροπλάνα. Το αποτέλεσμα είναι να έχει χαθεί η τεχνογνωσία, να μην υπάρχει ούτε καν το ειδικευμένο εργατικό προσωπικό ούτε μηχανικοί παραγωγής για τέτοια προϊόντα. Το εργοστάσιο για βλήματα πυροβολικού των 105mm που άνοιξαν οι ΗΠΑ στο Τέξας το φθινόπωρο του 2024 για να καλύψουν τις ανάγκες της Ουκρανίας, σχεδιάστηκε από Τούρκους μηχανικούς και επανδρώθηκε εν μέρει με Τούρκους εργάτες, αφού η χώρα αυτή έχει διατηρήσει σχετική τεχνογνωσία. Ομοίως, δε έναν τομέα υψηλής τεχνολογίας που οι Αμερικανοί έχουν μείνει πίσω, τα εργοστάσια παραγωγής ημιαγωγών της TSMC που άνοιξαν στην Αριζόνα, έχουν κάνει μαζική εισαγωγή Ταϊβανέζων τεχνικών, αφού δεν υπάρχει το κατάλληλο προσωπικό στις ΗΠΑ.
Η παραπάνω διαδικασία μεταφοράς της βιομηχανικής παραγωγής από το κέντρο στην περιφέρεια είναι σχηματικά αυτό που αποκαλούμε παγκοσμιοποίηση (πιο σωστά είναι διεθνοποίηση του κεφαλαίου). Είναι η διαδικασία της αύξησης εμπορικών και κεφαλαιακών ροών (όπου στα κεφάλαια συμπεριλαμβάνονται και οι άνθρωποι), διαδικασία την οποία ενθαρρύνουν και θέλουν όλα τα εθνικά κεφάλαια, το καθένα με τους δικούς του όρους: οι προηγμένες χώρες θέλουν την κατάργηση των δασμών και των φόρων, ώστε τα κεφάλαιά τους να είναι ελεύθερα να κυνηγούν το κέρδος όπου γης. Οι μικρές χώρες επιβάλλουν μεν δασμούς ώστε να προστατέψουν τις βιομηχανίες τους από τον ανταγωνισμό των πιο προχωρημένων κεφαλαίων των αναπτυγμένων χωρών, αλλά αυτό μόνο μέχρι να καταφέρουν να έχουν ανταγωνιστικές εξαγωγές οπότε αμέσως μπαίνουν στον παγκόσμιο οργανισμό εμπορίου και γίνονται ένθερμοι οπαδοί της κατάργησης των δασμών. Όλα αυτά είναι απολύτως θετικά για τον μέσο όρο των εθνικών καπιταλισμών, αφού το παγκόσμιο ΑΕΠ εκτοξεύτηκε τα τελευταία χρόνια, παρά το σχετικό βάλτωμα στη Δύση. Βέβαια, σε αυτό το παιχνίδι υπήρξαν και χαμένοι, δεν κέρδισαν όλοι. Πρώτο και καλύτερο το ελληνικό κεφάλαιο. Η Ελλάδα έχασε θέσεις και υποβιβάστηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης της Ε..Ε.
Παρόλα αυτά, λόγω της παγκοσμιοποίησης, οι Αμερικανοί «καταναλωτές» (μια υπέροχη λέξη που κρύβει κάθε ταξική αναφορά) είναι σε θέση να καταναλώνουν και πολύ φτηνότερα προϊόντα και σε πολύ μεγαλύτερες ποσότητες από οποιονδήποτε άλλον λαό στον πλανήτη, μια κατανάλωση που είναι ακόμα μεγαλύτερη αν αναλογιστούμε τις χαώδεις ανισότητες της χώρας και το γεγονός ότι ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού ζει κάτω από το επίπεδο φτώχειας και δεν καταναλώνει καθόλου. Η αυξημένη κατανάλωση των ΗΠΑ συντηρεί τις εξαγωγικές βιομηχανίες των εμπορικών εταίρων τους, οι οποίοι εξάγοντας προϊόντα, αποκτούν αποθεματικά σε δολάρια τα οποία φυλάγονται σε αμερικανικές τράπεζες.
Και ακριβώς αυτή είναι μια άλλη, ιδιαιτέρως ευχάριστη για το αμερικανικό κεφάλαιο συνέπεια. Η κυριαρχία της Αμερικής, που σημαίνει κυριαρχία του δολαρίου, συνεπάγεται την άνθηση του χρηματιστικού κεφαλαίου. Οι χώρες που εξάγουν στις ΗΠΑ έχουν δολάρια σε καταθέσεις σε αμερικανικές τράπεζες, αφού αν στείλετε εμπορεύματα στην Αμερική, ο εταίρος σας εκεί θα σας πληρώσει σε λογαριασμό που θα ανοίξετε σε αμερικανική τράπεζα. Αυτά τα δολάρια δεν γίνεται να μείνουν αδρανή· είτε αγοράζουν ομόλογα αμερικανικού δημοσίου, ή συρρέουν στη Wall Street, όντας ένας σημαντικότατος παράγοντας φουσκώματος της αγοράς. Αυτό είναι διπλά ευεργετικό για τα αμερικανικά κεφάλαια: παρά τα σκαμπανεβάσματά τους, το αμερικανικό χρηματιστήριο λόγω της συνεχούς εισροής διεθνών κεφαλαίων, μακροπρόθεσμα έχει υπάρξει ως τώρα μια εξαιρετικά καλή επένδυση, που υπερκαλύπτει τον πληθωρισμό. Ένα ακόμα αποτέλεσμα: λόγω των σταθερά καλών αποδόσεων, ευρύτατα εργατικά και μικροαστικά στρώματα στις ΗΠΑ έχουν άμεση σύνδεση με το χρηματιστήριο, περισσότερο από ό,τι στην Ευρώπη, αφού είτε παίρνουν τμήμα του μισθού τους σε μετοχές, ή τα ιδιωτικά συνταξιοδοτικά τους προγράμματα και οι αποταμιεύσεις τους είναι συνδεδεμένα με μετοχές.
Οι ΗΠΑ, αντίθετα από τις βλακείες του Τραμπ, δεν είναι θύματα εκμετάλλευσης, είναι αντίθετα η χώρα που εκμεταλλεύτηκε όσο καμιά άλλη τη θέση της για να κερδίσει από αυτήν και ταυτόχρονα να διαφθείρει και τα κατώτερα στρώματα στο να στηρίζουν το σύστημα, δεδομένου ότι οι οικονομίες μιας ζωής είναι συνδεδεμένες με την άνοδο του χρηματιστηρίου.

Οι δασμοί και γιατί θα αποτύχαιναν αν εφαρμόζονταν
Παρόλα τα παραπάνω, η προϊούσα αποβιομηχάνιση δεν είναι χωρίς συνέπειες. Πρώτα-πρώτα δεν υπάρχει στρατός χωρίς βιομηχανία για να τον στηρίξει και χωρίς αγροτική παραγωγή για να τον ταΐσει. Η στρατιωτική επικυριαρχία και το πλεονέκτημα του παγκόσμιου νομίσματος πάνε χέρι χέρι, το ένα χάνεται χωρίς το άλλο. Αυτό έπαθε η Βρετανία στις αρχές του 20ου αιώνα, όταν από υπερδύναμη, μακράν πρώτη σε οικονομική και στρατιωτική ισχύ και παγκόσμια θαλασσοκράτειρα, έγινε σε λιγότερο από 50 χρόνια μια μάλλον ασήμαντη χώρα. Από περήφανος λέων κατάντησε σκυλάκι σαλονιού στα γόνατα της Αμερικής, ενώ η πορεία παρακμής και μειούμενης διεθνούς σημασίας συνεχίζεται.
Αυτά είναι γνωστά εδώ και χρόνια. Τη δεκαετία του ‘80, ο κυριότερος βιομηχανικός ανταγωνιστής των ΗΠΑ ήταν η Ιαπωνία και δευτερευόντως η Ευρώπη. Το 1985 οι ΗΠΑ ανάγκασαν τους συμμάχους τους να υπογράψουν τις συμφωνίες Plaza. Σε αυτές οι ΗΠΑ, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία και Ιαπωνία, συμφώνησαν να αφήσουν το υπερτιμημένο δολάριο να υποτιμηθεί, ώστε οι εισαγωγές προς τις ΗΠΑ να ακριβύνουν και να καθυστερήσει η απομείωση της αμερικανικής βιομηχανίας. Οι συμφωνίες έγιναν αποδεκτές από την Ιαπωνία (που ήταν ο κύριος στόχος τους) παρά το γεγονός ότι εμφανώς σήμαιναν την υποβάθμισή της, αφού η χώρα, μη έχοντας σοβαρές στρατιωτικές δυνατότητες και όντας εντελώς εξαρτημένη στρατιωτικά από τις ΗΠΑ, δεν μπορούσε να έχει αυτόνομη ιμπεριαλιστική πολιτική. Το αποτέλεσμα ήταν η εντυπωσιακή στασιμότητα του γιαπωνέζικου καπιταλισμού έκτοτε. Βέβαια, οι συμφωνίες «χαντάκωσαν» το ιαπωνικό κεφάλαιο, αλλά τελικά, δε βοήθησαν καθόλου την διατήρηση του βιομηχανικού πλεονεκτήματος από την Αμερική.
Η κατάσταση σήμερα έχει κάποιες ομοιότητες με τότε: ένας βιομηχανικός γίγαντας έχει αναδυθεί και απειλεί να πάρει τα οικονομικά πρωτεία από την Αμερική. Όμως η απειλή της Κίνας σήμερα είναι πολύ σοβαρότερη από της Ιαπωνίας τότε. Η Κίνα έχει μια τεράστια εσωτερική αγορά αλλά έχει διαμορφώσει και συμμαχίες στο εξωτερικό. Επίσης, έχει αυτοδύναμη εξωτερική πολιτική. Οι ΗΠΑ δεν μπορούν να την εκβιάσουν όπως την Ιαπωνία. Και παρά τους λεονταρισμούς, είναι σαφές ότι δεν υπάρχει κανένας τρόπος να την υποχρεώσουν με στρατιωτικά μέσα. Ως προς την παραγωγή οπλικών συστημάτων η Κίνα είναι σαφώς σε ανώτερη παραγωγική κλίμακα ποσοτικά αλλά σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις και ποιοτικά από τις ΗΠΑ. Επομένως είναι αδύνατον οι δεύτερες να απειλήσουν σοβαρά με συμβατικό πόλεμο την πρώτη. Αλλά επίσης η Κίνα είναι πυρηνική δύναμη η οποία αναβαθμίζει ταχύτατα το οπλοστάσιό της. Ούτε η απειλή χρήσης πυρηνικών μπορεί πλέον να είναι αποτρεπτική. Άρα τι όπλα μένουν στα χέρια της φθίνουσας υπερδύναμης;
Αν η Αμερική μπορούσε να υποτιμήσει το νόμισμα χωρίς αυτό να σταματήσει να είναι παγκόσμιο αποθεματικό, θα είχε λύσει το πρόβλημά της. Δυστυχώς για αυτήν δεν μπορεί απλώς να το υποτιμήσει με ένα προεδρικό διάταγμα επειδή αυτό θα προκαλούσε παγκόσμιο χάος και οι πρώτοι που θα πληγώνονταν θα ήταν τα αμερικάνικα κεφάλαια. Οι δασμοί λοιπόν, επειδή, αντίθετα με την υποτίμηση, μπορούν να είναι στοχευμένοι κατά συγκεκριμένων χωρών, είναι ένα πιθανό όπλο.
Πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικών Συμβούλων του προέδρου είναι ένας Στίβεν Μιράν, οικονομολόγος με τυπικές νεοφιλελεύθερες περγαμηνές και πρόεδρος επίσης ενός hedge fund. Πρόσφατα αυτός συνέγραψε ένα άρθρο, ‘A User’s Guide to Restructuring the Global Trading System’, το οποίο σήκωσε πολύ θόρυβο, σχετικά ακριβώς με το τι συνέπειες μπορεί να έχουν οι δασμοί. Το άρθρο κάνει μια, παραδόξως, αρκετά προσεκτική ανάλυση από νεοφιλελέ σκοπιά, λαμβάνοντας υπόψη έναν παράγοντα που ποτέ δεν φαίνεται να παίρνουν υπόψη τους οι οικονομολόγοι που καταδικάζουν διαρρήδην τους δασμούς: το γεγονός ότι ζούμε σε ένα καθεστώς κυμαινόμενων διεθνών ισοτιμιών.
Το συμπέρασμά του, ότι οι δασμοί μπορεί να ωφελήσουν την επαναφορά της βιομηχανικής παραγωγής χωρίς να προκαλέσουν πληθωρισμό και χωρίς να μεταβάλλουν ουσιαστικά την αγοραστική δύναμη των Αμερικανών, υπόκειται σε πάρα πολλές, δύσκολο να πραγματοποιηθούν προϋποθέσεις, κάτι που και ο ίδιος παραδέχεται. Η κυριότερη από αυτές βέβαια είναι ιδεολογική και όχι πολιτική ή οικονομική: οι εξαγωγές, μας λέει ο συγγραφέας, δεν θα επηρεαστούν αρνητικά «αν η χάραξη πολιτικής ακολουθήσει μια επιθετική ατζέντα απορρύθμισης η οποία θα βοηθήσει την παραγωγή των ΗΠΑ να γίνει πιο ανταγωνιστική». Παρά όλη την φιλολογία περί τέλους της παγκοσμιοποίησης κλπ, η ουσία και αυτής της πολιτικής παραμένει η ίδια, απορρύθμιση (και όλα τα σχετικά, ευελιξία, κατάργηση μόνιμων συμβάσεων κλπ κλπ). Τα ίδια επί της ουσίας έλεγαν και οι συμφωνίες Plaza, αλλά κανείς δεν θα κατηγορούσε τον Ρίγκαν, που ήταν τότε πρόεδρος, για προσπάθεια ανακοπής της παγκοσμιοποίησης που τότε ξεκινούσε.
Και εδώ ερχόμαστε στο γιατί μια πολιτική δασμών, ακόμα κι αν εφαρμοζόταν με κάποιον ιδανικό τρόπο και όχι με τον χαοτικό και καταδικασμένο σε αποτυχία τρόπο του Τραμπ, δεν μπορεί να πετύχει τον στόχο της επαναβιομηχάνισης των ΗΠΑ. Για τους ίδιους λόγους που αυτή η προσπάθεια απέτυχε το 1985 -και μερικούς ακόμα.
Ηγεμόνας είναι αυτός που έχει την μεγαλύτερη βιομηχανική παραγωγή, τον ισχυρότερο στρατό και τον πιο σημαντικό χρηματιστικό τομέα· αυτός εγγυάται τη συνέχιση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής σε όλους τους συμμάχους του. Είναι η αντίφαση του ρόλου του ότι για να παραμένει ηγεμόνας οφείλει να τρώει τις σάρκες του, καταδικάζοντας τη βιομηχανική του παραγωγή, άρα αδυνατίζοντας σιγά αλλά σταθερά και την στρατιωτική του ισχύ. Διορθωτικές κινήσεις μπορούν να γίνουν σε έναν βαθμό (συμφωνίες Plaza), ιστορικές συγκυρίες μπορεί να καθυστερούν ή και να αναστρέφουν παροδικά αυτήν την πορεία (πτώση του τείχους), αλλά είναι αδύνατο να σταματήσει η πορεία παρακμής του.
Η Αμερική έχει επίγνωση της αδυναμίας της. Ο πόλεμος στην Ουκρανία ήταν προσπάθεια να επιβεβαιώσει τον ρόλο της: μια εύκολη νίκη και επέκταση του ΝΑΤΟ ανατολικά θα σήμαινε αναστολή της παρακμής και επικύρωση του σφρίγους της. Απέτυχε οικτρά. Εναλλακτικό σχέδιο δεν υπήρξε. Ο Τραμπ σε αυτήν τη συγκυρία δεν έχει εναλλακτικό σχέδιο, δεν εκπροσωπεί το μεγάλο κεφάλαιο με την κλασική έννοια του πολιτικού εκπροσώπου της τάξης, αφού ένας τέτοιος ρόλος απαιτεί σχέδιο, στρατηγική, πολιτικές ικανότητες εντελώς διαφορετικές από αυτές του παρουσιαστή ριάλιτι (ρόλο που έχει παίξει με μεγάλη επιτυχία ο Τραμπ). Ο Τραμπ στηρίζεται από τις πανικόβλητες μερίδες του κεφαλαίου που έχουν τα περισσότερα να χάσουν (νέες τεχνολογίες, τεχνητές νοημοσύνης και φούσκες του χρηματιστηρίου) λόγω του πανικού τους. Ο Τραμπ είναι αποτέλεσμα της εκλογικής ανταρσίας ευρύτερων μικροαστικών και αγροτικών στρωμάτων που νιώθουν πως το σύστημα σύντομα θα τα πετάξει έξω, αλλά δεν έχουν να προτείνουν κάποια εναλλακτική.
Οι δασμοί βέβαια είδαμε ότι είναι μια ιδέα που ξεκίνησε από το κομματικό επιτελείο ως αντίδραση στο τέλος της αμερικανικής κυριαρχίας. Η ιδέα όμως που είχε διατυπωθεί από μια μικρή μειοψηφία συστημικών διανοούμενων της δεξιάς, συνοδευόταν από την προειδοποίηση ότι η εφαρμογή τους είναι ένα περίπλοκο και λεπτό παιχνίδι που ενέχει κινδύνους. Ο Τραμπ μπήκε σε αυτό το παιχνίδι σαν χαρούμενος ελέφαντας που χοροπηδά σε ναρκοπέδιο, χωρίς στιγμή να καταλάβει ότι η τάξη του, οι συνάδελφοί του δισεκατομμυριούχοι είχαν φρικάρει από αυτά που έκανε.
Δεν είναι μόνο ότι το χρηματιστήριο κράσαρε. Το πρόβλημα προχώρησε μέχρι την αγορά ομολόγων του δημοσίου, μια τεράστια αγορά 23 τρισ. δολαρίων, μια αγορά που είναι το τελευταίο φράγμα πριν την καταστροφή για τα διεθνή κεφάλαια. Πού πάνε τα μεγάλα κεφάλαια όταν πανικόβλητα φεύγουν από το χρηματιστήριο; Στα ομόλογα δολαρίου του δημοσίου που είναι η σιγουριά. Την παραμονή της εφαρμογής των εξαγγελθέντων δασμών, το κεφάλαιο είχε τόσο πανικοβληθεί που εκτός από τις μετοχές, σε φάση ξεπουλήματος βρισκόταν και η αγορά ομολόγων· οι μεγάλοι κάτοχοί τους (μεταξύ των οποίων και διάφορες κυβερνήσεις) τα «σκότωναν» για να κρατήσουν μετρητά. Είναι πολύ σπάνιο να συμβεί κάτι τέτοιο, το χρήμα να φεύγει και από το χρηματιστήριο και από τα ομόλογα ταυτόχρονα. Ο Τραμπ άφησε στην άκρη τις μεγαλαυχίες και ανέβαλε την εφαρμογή των δασμών αναβάλλεται για 90 μέρες.
Αυτή τη στιγμή διατηρούνται σε ισχύ μόνο οι δασμοί 10% κατά πάντων και οι τεράστιοι δασμοί κατά της Κίνας. Η κυβέρνηση δεν μπορεί όμως να συνεχίσει για πολύ αυτό το βιολί με τους δασμούς. Σύντομα ο Τραμπ θα κάνει τους αναγκαίους συμβιβασμούς στο εσωτερικό των ΗΠΑ και μόνο μετά διεθνώς. Για το παρακάτω, βλέπουμε. Το πιο πιθανό είναι οι πιο κοντινοί σύμμαχοι των ΗΠΑ, Ευρώπη και Ιαπωνία, να υποκύψουν στο θέλημα του ηγεμόνα. Αλλά μόνο αυτοί δεν φτάνουν. Από ό,τι φαίνεται η Κίνα είναι σίγουρη για τις δυνάμεις της και θα συνεχίσει την κόντρα. Επομένως, είτε ο Τραμπ θα χρειαστεί να βρει έναν εύσχημο τρόπο να κηρύξει νίκη και να γυρίσει πίσω στο καθεστώς χωρίς δασμούς (κάτι που το έχει ρητά ζητήσει και ο Μασκ μεταξύ άλλων), ή η κόντρα με την Κίνα θα συνεχιστεί, κάτι που γρήγορα θα συμπήξει ένα μπλοκ χωρών κατά των ΗΠΑ. Το κρίσιμο μέγεθος εδώ είναι η βιομηχανική ισχύς, Η Κίνα είναι πλέον διπλάσια σε παραγωγή από την αμέσως επόμενη χώρα, τις ΗΠΑ και η διαφορά τους μεγαλώνει. Οι δασμοί δεν πρόκειται να το αλλάξουν αυτό.
Συνήθως οι μεγάλες κινήσεις της πολιτικής εξουσίας έχουν πίσω τους σχεδιασμό και διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη (δηλαδή τα συμφέροντα που στοιχίζονται πίσω από την κυβέρνηση)· ο Τραμπ απέδειξε ότι δεν διαβουλεύτηκε, δεν εκπροσώπησε, απλώς έκανε του κεφαλιού του. Το σύστημα είναι τόσο χαλασμένο που μπορεί να κάνει του κεφαλιού του ένας ηλίθιος που βρέθηκε στο τιμόνι, λόγω της ιστορικής αδυναμίας του κεφαλαίου να συγκρατήσει την εκλογική ανταρσία που τον έφερε εκεί. Με την απρόβλεπτη και μη πολιτική υφή των αποφάσεών του, ο Τραμπ γίνεται γρήγορα ένα αγκάθι στο μάτι του κεφαλαίου, όχι βέβαια επειδή είναι φιλολαϊκός, αλλά επειδή δεν είναι σε θέση να προσφέρει λύσεις στο κεφάλαιο. Αν δεν συμμορφωθεί γρήγορα, εμείς εδώ στο «Κ», με τις γνωστές μας άκρες στο βαθύ αμερικανικό κράτος, εκτιμούμε ότι αυξάνεται απότομα η πιθανότητα να «εκκαθαριστεί» είτε δια του νόμου (προφανώς δεν θα είναι δύσκολο να βρεθεί κάποια σοβαρή κατηγορία εναντίον του) είτε για λόγους υγείας ή με κάποιο άλλο πρόσχημα. Ο αντιπρόεδρος Βανς φαίνεται ένα πολύ συνεννοήσιμο και άξιο παλικάρι.
Πηγή: kosmodromio.gr