Άρθρο του Προέδρου της ΠΕΝΕΝ Αντώνη Νταλακογεώργου
Πριν λίγες μέρες ανακοινώθηκε από την ελληνική Βουλή ότι συγκροτήθηκε η ομάδα από 46 βουλευτές που θα μετέχουν στην ειδική Επιτροπή για την αναθεώρηση του Συντάγματος.
Ως γνωστό η κυβέρνηση είχε συστήσει για τον σκοπό αυτό την «Επιτροπή διαλόγου για την συνταγματική αναθεώρηση».
Η ΠΕΝΕΝ ήταν το μοναδικό Ναυτεργατικό Σωματείο που απέστειλε στην Επιτροπή αυτή την πρότασή της. Στο έγγραφο της ΠΕΝΕΝ σύμφωνα με το εισαγωγικό της σημείωμα τόνιζε: «Το σύνταγμα του 1952 για πρώτη φορά περιέλαβε την διάταξη του άρθρου 112 που όριζε ότι Νόμος εφάπαξ εκδιδόμενος θέλει ρυθμίσει την προστασία των εκ της αλλοδαπής εισαγομένων προς τοποθέτηση στη χώρα κεφαλαίων».
Σε εκτέλεση της συνταγματικής αυτής επιταγής εκδόθηκε το με σαφώς υποτελή προς τους ξένους επενδυτές χαρακτήρα Ν.Δ 2685/53 «περί επενδύσεως και προστασίας κεφαλαίων εξωτερικού», οι ρυθμίσεις του οποίου περί εξασφάλισης των ξένων κεφαλαίων, μέσω σειράς προκλητικών προνομίων στο ξένο κεφάλαιο που επενδύει στην Ελλάδα, σημειωτέον ότι σε κανένα άλλο σύνταγμα του κόσμου δεν συναντάται.
Το Ν.Δ 2687/53 «περί επενδύσεως και προστασίας κεφαλαίων εξωτερικού καθώς και ο νεότερος ν. 27/75 «περί φορολογίας πλοίων επιβολής εισφοράς προς ανάπτυξη της Εμπορικής Ναυτιλίας εγκαταστάσεως αλλοδαπών Ναυτιλιακών επιχειρήσεων και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων (κεφάλαιο Α έως και Δ του τμήματος Α΄ του νόμου) με τον οποίο καθορίζεται η φορολόγηση του εφοπλιστικού κεφαλαίου, είναι νόμος αυξημένης τυπικής ισχύος (υπερισχύουν κάθε νόμου και/ή υπουργικής απόφασης έχουν την ίδια ισχύ με το σύνταγμα και συνεπώς δεν μπορούν να καταργηθούν από κανέναν άλλο νόμο παρά μόνο από συντακτική Βουλή που θα τροποποιεί το σύνταγμα), σύμφωνα με την πρόβλεψη του άρθρου 107 του συντάγματος.
Στο σημείο αυτό πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι στις προγραμματικές διακηρύξεις του κυβερνώντος ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνεται η θέση για κατάργηση της συνταγματικής κατοχύρωσης της φοροασυλίας των εφοπλιστών (57 φοροαπαλλαγές).
Θεωρούμε αδιανόητο η συγκροτημένη πολιτεία και η ελληνική Βουλή να αφήσει άθικτη και αλώβητη την εφοπλιστική ασυδοσία εν όψει της νέας συνταγματικής μεταρρύθμισης..
Η επιχειρηματική και φορολογική ασυδοσία των εφοπλιστών
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του κράτους, η προβλεπόμενη και μοναδική φορολογία των εφοπλιστών η οποία υπολογίζεται και καταβάλλεται επί της χωρητικότητας των πλοίων (κόροι ολικής χωρητικότητας) για το έτος 2016 το ύψος της ήταν 27 εκατομμύρια ευρώ, αντίστοιχα τον ίδιο χρόνο η συνεισφορά των Ναυτεργατών ανήλθε στο ποσόν των 56 εκατομμυρίων ευρώ….
Θεωρούμε τεράστιο κοινωνικό – οικονομικό και πολιτικό σκάνδαλο το γεγονός ότι μεσούσης της οικονομικής κρίσης και υποτίθεται εν μέσω προσπαθειών της κυβέρνησης να ενισχύσει τα φορολογικά έσοδα του κράτους, την στιγμή κατά την οποία οι έλληνες εργαζόμενοι αλλά και τα μικρομεσαία κοινωνικά – λαϊκά στρώματα δεινοπαθούν από την σκληρή και ανάλγητη κυβερνητική πολιτική της λιτότητας και της φοροεπιδρομής και καθημερινά γίνονται θύματα αρπαγής των καταθέσεων και της ακίνητης περιουσίας ακόμη και της πρώτης κατοικίας καταβάλλοντας φόρο ακόμη και για τον «εισπνεόμενο αέρα», να διατηρείται η πρωτοφανής φορολογική ασυδοσία των εφοπλιστών που με έναν αποικιοκρατικό νόμο, εδώ και δεκαετίες αποτελεί το «ιερό ευαγγέλιο» όλων των κυβερνήσεων, διασφαλίζεται η φοροασυλία των ελλήνων εφοπλιστών.
Πρόκειται για τον νόμο 27/75 «περί φορολογίας πλοίων κ.λπ» που στα 30 άρθρα περιλαμβάνει περισσότερες από 57 σκανδαλώδεις φοροαπαλλαγές, μεταξύ των οποίων οι κυριότερες είναι οι παρακάτω:
Τέλος οι εφοπλιστές απολαμβάνουν ένα ακόμα σκανδαλώδες προνόμιο. Το αφορόλογητο ναυτιλιακό πετρέλαιο, το οποίο σε μεγάλο βαθμό καταλήγει στο λαθρεμπόριο καυσίμων που λυμαίνονται διάφορα παράνομα κυκλώματα, με αποτέλεσμα το ελληνικό δημόσιο να έχει κάθε χρόνο απώλεια εσόδων γύρω στο 1 δις ευρώ.
Στην πράξη οι εφοπλιστές έχουν πλήρη φορολογική ασυλία, με εξαίρεση ένα συμβολικό παράβολο, ύψους 1 δολάριο τον κόρο (ο λεγόμενος tonnage tax), ανεξάρτητα από τα κέρδη εκμετάλλευσης του πλοίου. Η εθελοντική αποδοχή πληρωμής, ενός πρόσθετου φόρου που θεσπίστηκε το 2014, έχει προσωρινό χαρακτήρα. Παρ’ ότι ξεκίνησε ως υποχρεωτικός (Ν.4223/13), η κυβέρνηση Σαμαρά τον μετέτρεψε σε οικειοθελή εισφορά των εφοπλιστών.
Στον κάλαθο τω αχρήστων η εφοπλιστική εθελοντική εισφορά
Όπως προκύπτει από επίσημα στοιχεία, η πολυδιαφημισμένη εθελοντική φορολογική εισφορά κινείται σε θολά και βρώμικα νερά…..
Όπως εξηγούμε πιο πάνω οι Ναυτιλιακές εταιρίες ελληνικές ή ξένες με ελληνική ή ξένη σημαία με βάση τις διατάξεις του νόμου 27/75 δεν πληρώνουν τα όσα διαδοχικά συμφωνήθηκαν τόσο με την συγκυβέρνηση Ν.Δ – ΠΑΣΟΚ όσο και με την σημερινή ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Αυτό αφορά την μεγάλη πλειοψηφία των Ναυτιλιακών εταιριών.
Σύμφωνα με εξακριβωμένα στοιχεία των ελληνικών φορολογικών αρχών και του αρμόδιου Υπουργείου Οικονομικών για την περίοδο 2014-2017 το ελληνικό δημόσιο έχει εισπράξει μόνο το 1/5 της εθελοντικής εισφοράς που συμφωνήθηκε να πληρώσουν οι εφοπλιστές, δηλαδή 85 εκατομμύρια ευρώ ενώ η συμφωνία αφορούσε το ποσό των 420 εκατομμυρίων ευρώ την τετραετία 2014-2017.
Σημειώνουμε ότι η έκτακτη εισφορά των εφοπλιστών αρχικά επιβλήθηκε ως υποχρεωτική επί κυβέρνησης Σαμαρά (άρθρο 14 του νόμου 4223/2013) ενώ στην συνέχεια η πίεση και ο εκβιασμός που άσκησαν οι εφοπλιστές (ΕΕΕ) αποτυπώθηκε ως συμφωνία εθελοντικής εισφοράς μεταξύ Σαμαρά και ΕΕΕ (Άρθρο 42, νόμος 4301/2014) προκειμένου να μην αμφισβητηθεί το σκανδαλώδες προνομιακό φορολογικό καθεστώς των εφοπλιστών.
Ταυτόχρονα σε επίπεδο κουαρτέτου των δανειστών το παράνομο φορολογικό καθεστώς των εφοπλιστών στην χώρα μας παραμένει ανοιχτό, στην τελευταία έκθεση συμμόρφωσης Ιούλης 2018 αναφέρεται ότι έχει συμφωνηθεί η χρονική επέκταση της εθελοντικής εισφοράς και το 2018 και ότι στην συνέχεια θα καθιερωθεί ως φόρος για τον επαναπατρισμό κερδών από την Ναυτιλία. Ταυτόχρονα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανταγωνισμού δεν έχει κλείσει τυπικά την υπόθεση σχετικά με την άνιση φορολογική μεταχείριση των ελλήνων εφοπλιστών εντός της ΕΕ.
Η συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου διαδραμάτισε ένα άθλιο ρόλο μέσα σε πλαίσια συναλλαγής και διαπλοκής με το ελληνικό εφοπλιστικό κατεστημένο και στην ουσία προώθησε απόλυτα τις θέσεις των εφοπλιστών οι οποίοι ζητούσαν μετ’ επιτάσεως να μην γίνει η παραμικρή αλλαγή στο θεσμοθετημένο καθεστώς της φοροασυλίας. Έτσι αποφασίστηκε να μην θιγεί τίποτα από την δομή της εφοπλιστικής φορολόγησης επικαλούμενοι την συνταγματική παράδοση που αυτά τα προνόμια είναι κατοχυρωμένα για το εφοπλιστικό κεφάλαιο. Μάλιστα Υπουργός της συγκυβέρνησης Ν.Δ – ΠΑΣΟΚ δήλωνε ότι «αν καταφέρουμε να παρουσιάσουμε ότι εισπράττουμε 500 εκατομμύρια ευρώ σε μια τριετία από τους εφοπλιστές , ίσως αυτό κατεύναζε την κομισιόν».
Η Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών και η τότε κυβέρνηση από κοινού ήθελαν να αποκρούσουν την απόπειρα των Βρυξελλών «για φορολόγηση μερισμάτων από τις ναυτιλιακές εταιρίες».
Την πολιτική της κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου την συνεχίζει στην ίδια ρότα η συγκυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου και οι Υπουργοί Δρίτσας, Κουρουμπλής, Κουβέλης συνεχίζουν να δίνουν μάχη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανταγωνισμού να μην «πειραχθεί» το απεχθές και βαθύτατα αντικοινωνικό καθεστώς της φοροασυλίας των εφοπλιστών το οποίο παραμένει ανέπαφο από το 1953 και μάλιστα σε αυτή την διαδρομή ενισχύθηκε για να αυγατίσει και μεγεθύνει την εφοπλιστική ανταγωνιστικότητα και κερδοφορία.
Έχει επίσης ενδιαφέρον να υπογραμμίσουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ στις προγραμματικές του διακηρύξεις διατυπώνει την θέση ότι θα επανεξέταζε «από μηδενική βάση την σχέση ανάμεσα στο ελληνικό κράτος, την Ναυτιλία και τον εφοπλιστικό κόσμο με στόχο την δημιουργία ενός δίκαιου φορολογικού καθεστώτος που θα ανταποκρίνεται στην συνταγματική επιταγή για την συμβολή όλων ανάλογα με την φοροδοτική ικανότητα στα δημόσια βάρη.
Ενδιαφέρον επίσης έχει ότι την εθελοντική εισφορά στην Βουλή δεν την ψήφισε ο τότε ΣΥΡΙΖΑ….
Ακολούθως ο Τσίπρας ως κυβέρνηση, με διαδοχικές δηλώσεις του στα Ποσειδώνια, στο Ίδρυμα Νιάρχος, στην επέτειο των 100 χρόνων από την ίδρυση της ΕΕΕ, και άλλοι πρωτοκλασάτοι Υπουργοί του έκαναν εντυπωσιακή στροφή και με δηλώσεις τους έπλεξαν το εγκώμιο της εφοπλιστικής επιχειρηματικότητας και ταυτόχρονα με την πολιτική τους επισφράγισαν την αδιατάρακτη συμμαχία και σύμπλευση με το εφοπλιστικό κατεστημένο το οποίο με κάθε ευκαιρία εξυμνούν και αγιοποιούν σε όλους τους τόνους ανακαλύπτοντας «ότι είναι στην πρωτοπορία της επιχειρηματικής δράσης», διαπίστωσαν «το επιχειρηματικό τους δαιμόνιο», την οξυδέρκεια, την εξωστρέφειά τους και την πρότυπη επιχειρηματικότητά τους και ταυτόχρονα ανακάλυψαν τον «μεγάλο πατριωτικό τους ρόλο»!!!
Το ελληνικό εφοπλιστικό κατεστημένο στην διάρκεια των χρόνων 2013-2018σε αγαστή συνεργασία με όλες τις κυβερνήσεις συνέχισε τις προσπάθειές του να ξεγλιστρήσει από την πίεση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανταγωνισμού, ταυτόχρονα στο ΣτΕ οι εφοπλιστές έχασαν μια μάχη όταν Ναυτιλιακή εταιρεία με σημαία Λιβερίας ελληνικής πλοιοκτησίας έπειτα από απόφαση του ΣτΕ σε παρεμφερή φορολογική υπόθεση (έκτακτη εισφορά κοινωνικής ευθύνης του νόμου 3845/2010) αποφάσισε ότι η Λιβεριανή εταιρεία όφειλε να πληρώσει τον έκτακτο φόρο…..
Σχετικά με την έκτακτη οικονομική εισφορά το κατάντημα πολλών εφοπλιστών είναι τέτοιο που ζητούν προκειμένου να την καταβάλουν να πληρώσουν με 6 ή 12 δόσεις!!!
Απ’ όλα τα παραπάνω προκύπτει ότι η εθελοντική εισφορά την οποία όλες οι κυβερνήσεις 2012-2018 διαφήμισαν και επικοινωνιακά αξιοποίησαν στο έπακρο οι εφοπλιστές απέτυχε και κατέρρευσε με πάταγο αποδεικνύοντας ότι το μεγάλο κεφάλαιο και κυρίως οι εφοπλιστές ήταν και παραμένουν κράτος εν κράτει!!
Ελάχιστα όμως φαίνεται απασχολεί το αστικό πολιτικό σύστημα και την «πρώτη φορά αριστερά» το γεγονός ότι δεν έχουν καταβληθεί εισφορές που αγγίζουν τα 335 εκατομμύρια ευρώ από τους μεγαλοσχήμονες εφοπλιστές οι οποίοι την ίδια περίοδο συνέχισαν την ανοδική τους πορεία όσο αφορά την αύξηση στον αριθμό των πλοίων, την κερδοφορία τους και συνεχίζουν να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην διεθνή Ναυτιλία!!!
Την ίδια στιγμή που το εφοπλιστικό κεφάλαιο απολαμβάνει μια ιδιότυπη φορολογική ασυλία και μια ασύδοτη επιχειρηματική δραστηριότητα που χαρακτηρίζεται από πλήθος προνομίων και στα ελληνικά και ελληνόκτητα πλοία κυριαρχεί το μοντέλο της μαύρης ανασφάλιστης και χαμηλόμισθης εργασίας, την στιγμή που το ελληνικό ναυτεργατικό δυναμικό εξοβελίζεται με βίαιο τρόπο, την στιγμή που ο ελληνικός εφοπλισμός έχει συγκριτικά με οποιονδήποτε άλλο κλάδο τις χαμηλότερες δαπάνες για την κοινωνική ασφάλιση των Ναυτεργατών και οι εκάστοτε κυβερνήσεις στηρίζουν τα συμφέροντά τους στα διεθνή φόρα (όπως γίνεται αυτή την περίοδο όπου στον IMO οι έλληνες εφοπλιστές είναι θλιβεροί πρωταγωνιστές για την διατήρηση των «βρώμικων καυσίμων» και στην αποτροπή ή παράταση του χρόνου για την έναρξη χρήσης στα πλοία των νέων καυσίμων, δίνουν μάχη με σύμμαχο την κυβέρνηση να μην περάσει η σχετική ρύθμιση η οποία συμβάλει στην παραπέρα προστασία του περιβάλλοντος).
Τα έργα και οι μέρες της συμμαχίας κυβέρνησης – εφοπλιστών αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα που δείχνει ότι η «αριστερά» του Τσίπρα είναι αλυσοδεμένη με τα επιχειρηματικά συμφέροντα και τις επιδιώξεις του εφοπλιστικού κατεστημένου.
ΝΑ ΚΑΤΑΡΓΗΘΕΙ Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗ ΤΩΝ ΕΦΟΠΛΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΩΝ
Ο επόμενος επίκαιρος σταθμός αυτής της σχέσης είναι η συνταγματική μεταρρύθμιση για την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ πριν την άνοδό του στην κυβέρνηση είχε επανειλημμένα καταγγείλει μετά βδελυγμίας σημειώνοντας την ανάγκη ότι η συνταγματική κατοχύρωση των εφοπλιστικών προνομίων πρέπει να καταργηθεί….
Όμως όπως προκύπτει από το έγγραφο της ΠΕΝΕΝ προς την Επιτροπή συνταγματικής αναθεώρησης αλλά και από τις προτάσεις ΣΥΡΙΖΑ – Τσίπρα που δόθηκαν στην δημοσιότητα με αφορμή την συγκρότηση της κοινοβουλευτικής επιτροπής των κομμάτων για τον σκοπό αυτό, ο ΣΥΡΙΖΑ «εξαφάνισε» την θέση του για κατάργηση της θεσμοθετημένης και συνταγματικά κατοχυρωμένης εφοπλιστικής ασυδοσίας.
Αυτό με την σειρά του επιβεβαιώνει πλήρως τις θέσεις – εκτιμήσεις και αξιολογήσεις της ΠΕΝΕΝ σχετικά με το άθλιο αλισβερίσι του εφοπλιστικού κατεστημένου με τον ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος έχει γίνει άξιος διάδοχος των αστικών πολιτικών και με όρους διαπλοκής στηρίζει το καθεστώς των προνομίων τους.
Η Διοίκηση της ΠΕΝΕΝ θεωρεί μέγιστο κοινωνικο-οικονομικό και πολιτικό σκάνδαλο το καθεστώς των εφοπλιστικών προνομίων και έχει δώσει αγωνιστικές μάχες όλα τα τελευταία χρόνια αυτό να καταργηθεί.
Αυτή την συνεπή παρέμβαση θα την συνεχίσουμε και θα την εντείνουμε ακόμη πιο πολύ, θα αποκαλύψουμε τα φτιασιδώματα που επιχειρεί η κυβέρνηση για την ενίσχυση και αναπαλαίωση του αστικού συτήματος μέσα από τις συνταγματικές αλλαγές και θα βρεθούμε στην πρώτη γραμμή του αγώνα ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Στο πλαίσιο αυτό θα επαναφέρουμε την πρόταση στα πολιτικά κόμματα και στους Βουλευτές που συμμετέχουν στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή για την συνταγματική αναθεώρηση, πλην της νεοναζιστικής Χρυσής Αυγής.
Αντώνης Νταλακογεώργος
Πρόεδρος της ΠΕΝΕΝ