Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Πέμπτη, 14 Μαρτίου 2019 13:47

ΕΚΘΕΣΗ ΔΝΤ Περισσότερη ευελιξία στην αγορά εργασίας και ενίσχυση των τραπεζών

Γράφτηκε από τον

lagarde-washington.jpg

Περισσότερη ευελιξία στην αγορά εργασίας, μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων και ενίσχυση των τραπεζών μέσω της μείωσης των κόκκινων δανείων, άρα και μέσω των πλειστηριασμών, είναι τα βασικά σημεία που περιλαμβάνει η πρώτη έκθεση του ΔΝΤ για την Ελλάδα στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής αυστηρής εποπτείας.

Το ΔΝΤ στην έκθεση κάνει λόγο για «δημοσιονομικό κίνδυνο» από την κατάσταση των τραπεζών και χαρακτηρίζει «δημοσιονομική απειλή» τις δικαστικές αποφάσεις για αναδρομικά, ενώ εκτιμά ότι μεσοπρόθεσμα η ανάπτυξη στην Ελλάδα θα είναι λίγο πιο πάνω από το 1%.

Σύμφωνα με την έκθεση του ΔΝΤ «οι εκτελεστικοί διευθυντές του Ταμείου εξέφρασαν την ικανοποίησή τους για την αξιέπαινη πρόοδο της Ελλάδος στην εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που συμβάλουν στην αποκατάσταση της σταθερότητας και της ανάπτυξης» και ενθάρρυναν τις ελληνικές αρχές «να ενισχύσουν την ανθεκτικότητα της οικονομίας, ενισχύοντας την ευελιξία της αγοράς εργασίας, αναπροσανατολίζοντας το μείγμα των δημοσιονομικών πολιτικών και ενισχύοντας τους ισολογισμούς των τραπεζών». Ζήτησαν «να υπάρξει δημοσιονομική εξισορρόπηση, τηρώντας τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους που έχουν συμφωνηθεί με τους Ευρωπαίους εταίρους».

Σε ό,τι αφορά τους «κινδύνους» που διαβλέπει το ΔΝΤ αναφέρεται πως «οι εκτελεστικοί διευθυντές του Ταμείου πρότειναν έναν καλύτερο προγραμματισμό έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση ενδεχόμενων δημοσιονομικών κινδύνων, όπως π.χ. οι δικαστικές αποφάσεις για την επιστροφή αναδρομικών» και πως «εξέφρασαν την ανησυχία τους για τους κινδύνους που απορρέουν για την απασχόληση και την ανταγωνιστικότητα από την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να ανατρέψει τη μεταρρύθμιση του 2012 για τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, αυξάνοντας τον κατώτατο μισθό σε επίπεδα πολύ υψηλότερα από την αύξηση της παραγωγικότητας».

Επικαλούμενοι αυτούς τους «κινδύνους» οι εκτελεστικοί διευθυντές του ΔΝΤ «ενθάρρυναν τις ελληνικές αρχές να επιταχύνουν τις μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να μετριάσουν αυτούς τους κινδύνους και να βοηθήσουν στην αύξηση της παραγωγικότητας και τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους. Συγκεκριμένα, συνέστησαν περαιτέρω βήματα για τη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος και τη διευκόλυνση πιο μεγάλων και πιο διαφοροποιημένων επενδύσεων». Επιπλέον «τάχθηκαν υπέρ της προγραμματισμένης για το 2020 μείωσης του αφορολογήτου, δίνοντας προτεραιότητα στη μείωση των συντελεστών του φόρου εισοδήματος και τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης. Επίσης συνέστησαν να διατεθεί μεγαλύτερος δημοσιονομικός χώρος στις δημόσιες επενδύσεις και τις καλύτερα στοχοθετημένες κοινωνικές δαπάνες».

Για τα «κόκκινα» δάνεια οι εκτελεστικοί διευθυντές του Ταμείου υποστήριξαν πως «πριν εξεταστεί η χορήγηση μιας νέας κρατικής στήριξης προς τις τράπεζες θα πρέπει να υπάρξει περαιτέρω ενίσχυση του θεσμικού οπλοστασίου για τη διευκόλυνση της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών και η αποφυγή μέτρων που θα μπορούσαν να διαταράξουν περαιτέρω την πειθαρχία - κουλτούρα πληρωμών, αλλά και βελτίωση της εσωτερικής διακυβέρνησης των τραπεζών».

Το ΔΝΤ εντοπίζει αδυναμίες στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, καθώς υπολογίζει ότι η έκθεση των τραπεζών στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια παραμένει ιδιαίτερα υψηλή, ενώ παράλληλα εκτιμά ότι και η ποιότητα των εξυπηρετούμενων δανείων είναι χαμηλή με αποτέλεσμα να καθίσταται «αβέβαιη» η αποπληρωμή τους. Αναφέρει ότι η ταχύτατη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να διασφαλιστεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, η οποία θα ενισχύσει τη χώρα απέναντι σε μια σειρά από καθοδικούς κινδύνους. Ειδικότερα, το ΔΝΤ εμφανίζεται να φοβάται ότι ένα ευάλωτο τραπεζικό σύστημα αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο για μια νέα αυτοτροφοδοτούμενη κρίση, η οποία θα χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση προβλημάτων ρευστότητας, μείωσης της εμπιστοσύνης, αλλά και εξάντλησης των τραπεζικών κεφαλαίων.

Για το δημόσιο χρέος αναφέρειότι η μεσοπρόθεσμη ικανότητα αποπληρωμής του χρέους της Ελλάδας παραμένει επαρκής και για το 2019 προβλέπει ανάπτυξη 2,4% αλλά από το 2022 και μετά προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 1,2%.

ΠΗΓΗ: 902.gr